διαμείβω

διαμείβω
(αόρ. διήμειψα, παθ. αόρ. διημείφθην) μετ. обмёнивать;

διαμείβομαι — обмениваться;

διαμείβόμαστε φιλοφρονήσεις (δώρα) — обмениваться любезностями (подарками);

§ τί διημείφθη; о чём шёл разговор?

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "διαμείβω" в других словарях:

  • διαμείβω — exchange pres subj act 1st sg διαμείβω exchange pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμειβομένων — διαμείβω exchange pres part mp fem gen pl διαμείβω exchange pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμειψόμεθα — διαμείβω exchange aor subj mid 1st pl (epic) διαμείβω exchange fut ind mid 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμείβει — διαμείβω exchange pres ind mp 2nd sg διαμείβω exchange pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμείβοντα — διαμείβω exchange pres part act neut nom/voc/acc pl διαμείβω exchange pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμείβοντι — διαμείβω exchange pres part act masc/neut dat sg διαμείβω exchange pres ind act 3rd pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμείβουσι — διαμείβω exchange pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) διαμείβω exchange pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμείβουσιν — διαμείβω exchange pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) διαμείβω exchange pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμείψαντα — διαμείβω exchange aor part act neut nom/voc/acc pl διαμείβω exchange aor part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαμείψοντα — διαμείβω exchange fut part act neut nom/voc/acc pl διαμείβω exchange fut part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διήμειβον — διαμείβω exchange imperf ind act 3rd pl (attic epic ionic) διαμείβω exchange imperf ind act 1st sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»